Την Άννα την «έριξα» σχετικά εύκολα. Καθόταν μόνη της στο μπαρ, πίνοντας βότκα. Γελούσε μάλλον προσποιητά με το κάπως άκομψο αλλά χαριτωμένο καμάκι του μπαρμαν, ο οποίος αν και αρκετά εμφανίσιμος, δεν φάνηκε να της κάνει κλικ.
Την πλησίασα μάλλον διερευνητικά. Δεν θυμάμαι και πολλά από τις πρώτες μας κουβέντες παρά μονάχα ότι δούλευε σε μία μεταφορική εταιρία και ότι είχε ένα σκύλο, τον ριτς.
Μου έκανε όμως τρομερή εντύπωση κάτι άλλο. Φρόντισε επιμελώς να βγάλει τη βέρα της όταν κάποια στιγμή πήγε στην τουαλέτα. Το σημάδι όμως δεν βγήκε. Δεν έκανα καμία νύξη, δεν ξέρω γιατί, αν και σε άλλη περίπτωση δεν θα συνέχιζα καν, με την Άννα ήταν διαφορετικά. Ίσως γιατί σκέφτηκα πως προφανώς έχει τους λόγους της, ίσως ότι έχει ανάγκη από λίγη καλοπέραση, πως ίσως να ναι σε διάσταση και σε κάθε περίπτωση γιατί μου άρεσε πολύ.
Ενώ μιλούσαμε ζωηρά κι ευχάριστα, ξαφνικά μου πετάει
«Να σου πω, είσαι βίαιος;».
«Τι εννοείς;» τις λέω
«Γενικά το λέω ρε παιδί μου, σαν άνθρωπος».
Εγώ, που δεν περίμενα τέτοια ερώτηση, αλλά ούτε κι είχα όρεξη για φιλοσοφική ανάλυση της βίας, το πήρα ως αφορμή για παιχνίδι, λίγο ίσως πιο πρόστυχο από αυτό που περίμενα. Τότε της απάντησα με ύφος, που τώρα που το ξανασκέφτομαι, περισσότερο γελοίο παρά πονηρό ήταν «Όχι. Μόνο όπου χρειάζεται..!» και της έκλεισα το μάτι. Δεν γέλασε. Αντιθέτως, απάντησε με σοβαρότητα «Πάλι καλά». Δεν έδωσα σημασία, ούτε καν αναρωτήθηκα τι μπορεί να συμβαίνει, έμεινα μόνο στο τι θα συμβεί τα επόμενα λεπτά.
Ανταλλάξαμε το πρώτο φιλί όταν πάρκαρα, και ανεβήκαμε στο διαμέρισμα μου. Έδειχνε πολύ πρόθυμη να με ακολουθήσει. Μετά από ένα γρήγορο ποτό, μπήκαμε στο θέμα. Τη γύρισα πλάτη και άρχισα να της ξεκουμπώνω το πουκάμισο, φιλώντας τη στο λαιμό.
Τότε κατάλαβα, σταμάτησα λίγο άγαρμπα. Γύρισε και με κοίταξε πολύ έντονα, θυμωμένα αλλά και απολογητικά ενώ εγώ είχα χάσει τα λόγια μου και άρχισε να με κυριεύει η οργή για όποιον είχε τολμήσει να της το κάνει αυτό.
Με την Άννα δεν κάναμε έρωτα εκείνο το βράδυ. Βασικά, δεν κάναμε έρωτα ποτέ. Καθίσαμε μέχρι το πρωί στον καναπέ πίνοντας βότκα, χωρίς πάγο. Χαζέψαμε τηλεόραση, συζητήσαμε, γνωριστήκαμε καλύτερα.
Ναι, η Άννα ήταν έτοιμη να ενδώσει, όπως μπορούσε, για να ξεχάσει στιγμές βίας. Στην πραγματικότητα όμως ήθελε κάποιον να την προσέξει, και με τον τρόπο της, ζητούσε βοήθεια.
Λίγο καιρό μετά η Άννα χώρισε. Όχι δεν ήμουν εγώ η αφορμή, ίσως την παρακίνησα λίγο. Της σύστησα έναν φίλο μου δικηγόρο για να τη βοηθήσει να πάρει διαζύγιο, που δεν το λες ακριβώς αναίμακτο. Και απ’ ότι έμαθα, λίγο καιρό μετά άρχισαν να βγαίνουν.
Η Άννα έχασε ίσως τον εαυτό της, αλλά δεν το έβαλε κάτω. Προσπάθησε να γλυτώσει και προσπαθεί ακόμα, ώστε να μην ξανά γίνει θύμα βίας κανενός.
Όσο πρόστυχες κι αν σας φάνηκαν κάποιες στιγμές από το παραπάνω κείμενο, ήταν ένας τρόπος έκφρασης της Άννας. Μη βιάζεστε να βγάλετε συμπεράσματα, κάποιες ενέργειες ανθρώπων, προκύπτουν από την επιρροή άλλων ανθρώπων. Στη συγκεκριμένη μας ιστορία, το πρόβλημα δεν ήταν η Άννα, αλλά η βία που υπέστη.
Η Άννα έκανε την αρχή της, μακάρι να ακολουθήσουν κι άλλες, πολλές γυναίκες ακόμα…
Για εμάς τους Άνδρες..
Πρέπει να σεβόμαστε τις γυναίκες και φυσικά, να μη κρίνουμε από μία συνάντηση το χαρακτήρα τους… Δεν ξέρουμε τι τις οδηγεί να πιούν, να απιστήσουν, να παίξουν κλπ.
Μικρες Ιστορίες Αναγνωστών.
Από το Μιχάλη Λιαπάκη